Αγαπητοί γονείς των μαθητ(ρι)ών μας,
Την Πέμπτη 22 Μαΐου πραγματοποιείται για τέταρτη φορά ο «ελληνικός διαγωνισμός PISA», στα μαθήματα της Γλώσσας και των Μαθηματικών με τη συμμετοχή μαθητ(ρι)ών της Στ΄ Δημοτικού και της Γ’ Γυμνασίου σε 618 σχολεία από όλη τη χώρα. Μεταξύ των σχολείων που επιλέχθηκαν φέτος από το υπουργείο Παιδείας επιλέχθηκαν –με αδιευκρίνιστα κριτήρια και χωρίς να ερωτηθούν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι εκπαιδευτικοί, μαθητ(ρι)ες και γονείς– περιλαμβάνονται και 2 σχολεία της περιοχής του Συλλόγου μας: το 7ο Δ.Σ. Σταυρούπολης και το 3ο Δ.Σ. Αμπελοκήπων.
Ο διαγωνισμός αυτός δεν είναι κάτι νέο. Σε διεθνές επίπεδο διενεργείται ήδη από τη δεκαετία του 1990 για να συγκρίνει τα εκπαιδευτικά συστήματα από πολλές χώρες και να «παρθούν μέτρα» για αλλαγές. Όσο για τον «ελληνικό διαγωνισμό PISA» ξεκίνησε «πιλοτικά» το 2022 με στόχο να επεκταθεί στην Στ΄ Δημοτικού και την Γ΄ Γυμνασίου όλων των σχολείων της χώρας και “προοπτική” να επεκταθεί και στις υπόλοιπες τάξεις και άλλα διδακτικά αντικείμενα.
Σε τι έχει βελτιώσει όμως το εκπαιδευτικό μας σύστημα, την εκπαίδευση των παιδιών;
Η απάντησή μας είναι καθαρή: όχι μόνο δεν το έχει βελτιώσει αλλά το έχει χειροτερεύσει. Ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, ο οποίος έχει την ευθύνη για τον διεθνή διαγωνισμό “PISA”) και οι κυβερνήσεις λένε ότι φταίει το δημόσιο σχολείο για τις «χαμηλές επιδόσεις», άρα πρέπει να πάρουμε μέτρα που θα αλλάζουν εντελώς τον χαρακτήρα του: περισσότερες εξετάσεις, περισσότερη και δυσκολότερη ύλη που δεν ανταποκρίνεται στις δυνατότητες πολύ δε περισσότερο τις ανάγκες των παιδιών της κάθε ηλικίας, λιγότερη ουσιαστική γνώση και περισσότερα προγράμματα και κατάρτιση «μιας χρήσης», λιγότερη χρηματοδότηση από το κράτος έτσι ώστε τα σχολεία να κυνηγούν χορηγούς. Η “PISA”, όπως και ανάλογες εθνικές εξετάσεις σε Αγγλία, Η.Π.Α. και άλλες χώρες σε συνδυασμό με την αξιολόγηση ανοίγουν τον δρόμο για την κατηγοριοποίηση σχολείων, παιδιών και εκπαιδευτικών, οδηγούν τα δημόσια σχολεία της γειτονιάς σε υποβάθμιση ή και κλείσιμο, με βάση και τις επιδόσεις των μαθητ(ρι)ών τους.
Το Υπουργείο Παιδείας θα προσπαθήσει να σας πείσει ότι είναι για το «καλό των παιδιών σας», ότι «με βάση τα αποτελέσματά του θα βελτιώσουμε την εκπαίδευση», ότι είναι «ανώνυμος και αντικειμενικός» άρα δεν έχετε τίποτε να φοβηθείτε. Ας δούμε λοιπόν μερικές βασικές πλευρές αυτού του διαγωνισμού:
Ø Είμαστε η μοναδική χώρα που «κατεβάζει» τον συγκεκριμένο διαγωνισμό αυτό σε τόσο μικρούς μαθητές, στην Στ΄ Τάξη του Δημοτικού.
Σε όποιες χώρες υπάρχουν κάποιου τύπου εξετάσεις στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, εκπαιδευτικοί και μαθητές ζουν με μεγάλο άγχος για να τα καταφέρουν σε κάτι που είναι έξω από τις δυνάμεις ή τις δυνατότητές τους. Τα θέματα και το πλαίσιο καθορίζεται από άλλους έξω από το σχολείο. Η λογική τους: πρέπει από πολύ μικρή ηλικία να ξεχωρίσουν αυτοί «που τα καταφέρνουν» από αυτούς που «δεν μπορούν», είτε αυτό αφορά κάθε παιδί ξεχωριστά, είτε τη σχολική μονάδα.
Ø Μα, μπορεί να ρωτήσει κάποιος, αφού το εκπαιδευτικό μας σύστημα στηρίζεται στις εξετάσεις, δεν είναι καλό να μπορούν τα παιδιά από μικρά να εξοικειώνονται με αυτές;
Κατηγορηματικά όχι. Δεν υπάρχει «συνηθίζω να δίνω εξετάσεις» -γιατί άλλωστε να το κάνουμε; Οι εξετάσεις δημιουργούν άγχος, ξεχωρίζουν τους μαθητές σε «ικανούς» και «μη ικανούς», τα σχολεία σε «καλά» και «κακά» χωρίς να παίρνουν υπόψη τους την ιδιαιτερότητα, τις ειδικές κλίσεις, τις ξεχωριστές ανάγκες κάθε παιδιού ή τις συγκεκριμένες συνθήκες μιας περιοχής ή ενός σχολείου. Σε καμία περίπτωση το σχολείο σε κάθε του βαθμίδα –πόσο μάλλον στο δημοτικό– δεν πρέπει να είναι απλά ένας χώρος που τα παιδιά προετοιμάζονται για εξετάσεις.
Ø Το υπουργείο ισχυρίζεται ότι τα τεστ θα είναι ανώνυμα, τα θέματα δεν θα τα βάζουν εκπαιδευτικοί αλλά θα είναι από Τράπεζα Θεμάτων και άρα αντικειμενικά…
Ναι μεν τα τεστ θα είναι ανώνυμα, όμως τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν σε επίπεδο σχολείου, δήμου και περιφέρειας. Τα όποια χαμηλά αποτελέσματα του σχολείου (και των μαθητών του) θα χρησιμοποιηθούν όχι για να «βελτιωθεί» αλλά για να «στοχοποιηθεί», με τελικό αποτέλεσμα, την υποχρηματοδότηση, τις συγχωνεύσεις, το κλείσιμο σχολείων ή την εκχώρησή τους σε κάποιον επιχειρηματία, όπως έγινε φέτος με τα Ωνάσεια σχολεία. Όσο για την «Τράπεζα θεμάτων», η εμπειρία δείχνει ότι είναι εκτός της καθημερινής, σχολικής πραγματικότητας αφού δεν παίρνει υπόψη τις ξεχωριστές ανάγκες ή δυσκολίες που έχει το κάθε σχολείο και το κάθε παιδί κι ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που καθορίζουν τις σχολικές επιδόσεις. Είναι φτιαγμένα έτσι λες και θέλουν να αποδείξουν ότι τα παιδιά σας «δεν τα παίρνουν τα γράμματα» και ότι εμείς οι εκπαιδευτικοί είμαστε «ανίκανοι» να τα διδάξουμε. Μια ματιά στις τράπεζες θεμάτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το αποδεικνύει. Δεν υπάρχουν λοιπόν «μετρήσιμα κι αξιόπιστα αποτελέσματα, όπως ισχυρίζεται το Υπουργείο. Στο σχολείο δεν μπορούν όλα να μετρηθούν…
Ø
Κανένα σύστημα δεν μπορεί να βελτιωθεί αν δεν ικανοποιούνται αυτά που χρόνια τώρα εσείς οι γονείς και εμείς οι εκπαιδευτικοί διεκδικούμε. Λιγότερα παιδιά στην τάξη, μόνιμο και σταθερό εκπαιδευτικό προσωπικό, δομές που θα υποστηρίζουν τις ειδικές ανάγκες των μαθητών μας, γενναία χρηματοδότηση, σύγχρονα σχολικά κτίρια και υλικοτεχνική υποδομή, κατάργηση τράπεζας θεμάτων και Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής στα ΑΕΙ (ΕΒΕ), βιβλία και προγράμματα σπουδών που θα κάνουν τα παιδιά να αγαπούν τη γνώση. Σε κάθε περίπτωση δεν έχουμε εκπαιδευτικά αλλά κοινωνικά προβλήματα τα οποία αντικατοπτρίζονται στην εκπαίδευση.
Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν;
Το Υπουργείο θα σας πει ότι η συμμετοχή των παιδιών σας είναι «υποχρεωτική». Το λέει για να σας πιέσει. Το λέει γιατί ξέρει ότι υπάρχουν αντιδράσεις. Σας το λέμε καθαρά: δεν υπάρχει καμία συνέπεια για τα παιδιά σας αν δε συμμετέχουν στον διαγωνισμό. Εμείς από τη δική μας πλευρά, μέσα από τα εκπαιδευτικά σωματεία και εσείς από τη δική σας, με τη δυνατότητα που έχετε να μη συμφωνήσετε στη συμμετοχή των παιδιών σας, πρέπει να ματαιώσουμε τη διεξαγωγή του. Γιατί αν και φέτος δεν συναντήσει την αντίσταση και την αντίδρασή μας, τις επόμενες χρονιές θα αφορά όλους τους/τις μαθητ(ρι)ες της Στ’ Δημοτικού και της Γ’ Γυμνασίου και αργότερα θα επεκταθεί και σε άλλες τάξεις και άλλα μαθήματα, μετατρέποντας το σχολείο από χώρο χαράς, δημιουργικότητας και ισότιμης αναζήτησης της γνώσης σε εξεταστικό κέντρο. Γιατί αν επιβληθεί πολύ δύσκολα θα εμποδίσουμε τη μετατροπή των σχολείων μας σε χώρους όπου παιδιά και εκπαιδευτικοί θα περνούν μεγάλο μέρος της σχολικής καθημερινότητας για την προετοιμασία εξετάσεων και διαγωνισμών.
Γιατί θέλουμε ένα σχολείο που θα μορφώνει και δεν θα εξοντώνει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου